Η παλιά του ζωή, αυτή που ήταν συνδεδεμένη με την καρέκλα του υπολογιστή, αποτελεί μακρινή ανάμνηση. Όχι γιατί έχουν περάσει πολλά χρονιά από τότε που ο εν λόγω απόφοιτος του τμήματος ηλεκτρονικών υπολογιστών περνούσε ώρες επί ωρών μπροστά στο laptop, αλλά γιατί η νέα του επαγγελματική δραστηριότητα θα μπορούσε στα λεξικά να αποτελεί το αντίθετο της καθιστικής ζωής.
Ο 39χρονος Δημήτρης Δημόπουλος είχε τη φυσιολατρία, τα ταξίδια και την αεικίνητη δράση στο αίμα του και ως γνωστόν το… πεπρωμένο φυγείν αδύνατο. Από τη στιγμή που… μυρίστηκε οτι μπορεί να συνδυάσει ολα αυτά – μαζί με την αγάπη του για τα ζώα – με κάτι επικερδές, δεν είχε παρά να πάρει τα… βουνά και τα λαγκάδια.
Είναι κάπως ασυνήθιστο να βλέπεις στην περιοχή της Χαλανδρίτσας έναν… ψαγμένο τύπο με μαλλιά ράστα και τατουάζ να οργώνει κυριολεκτικά τα βουνά, περπατώντας 8 με 10 ώρες την ημέρα παρέα με δύο σκύλους. Τόσο ασυνήθιστο που υπολογίζεται οτι μόνο έξι άνθρωποι ακόμα στην Ελλάδα είναι επαγγελματίες ανιχνευτές τρούφας, τολμώντας να επενδύσουν σε ένα προϊόν που μοιάζει με …χρυσάφι αλλά η σοδειά του απαιτεί υπομονή, επιμονή και γερο… στομάχι.
Ο Δημήτρης είναι ο μοναδικός «κυνηγός» αυτού του υπογείου μανιταριού στην ευρύτερη περιοχή της Πάτρας, απο την οποία μετακόμισε στη γειτονική Χαλανδρίτσα ώστε να έχει πιο εύκολη πρόσβαση στην πανίδα της Αχαΐας.
Όλα ξεκίνησαν από ένα ένθετο σε μια εφημερίδα όπου διάβασε για αυτό τον περίεργο μύκητα, το σπάνιο είδος μανιταριού, που ανιχνεύεται δύσκολα και στοιχίζει μια μικρή… περιουσία οντάς μια εύγευστη υπερτοφή που κοσμεί την εκλεπτυσμένη κουζίνα και ιντριγκάρει τους σεφ ανά τη υφήλιο.
Το ένθετο της εφημερίδας αναφερόταν στην ελεύθερη συλλογή τρούφας στο βουνό, στην διαδικασία της εξερεύνησης και τα εξειδικευμένα σκυλιά που σκάβουν και φέρνουν στο φως το υπόγειο μανιτάρι.
«Εγώ τα αγαπούσα όλα αυτά. Και τα σκυλιά και την φύση και τις διαδρομές στα βουνά. Αυτή η δραστηριότητα, τα συνδύαζε όλα. Είπα λοιπόν να το ψάξω και κάπως έτσι ξεκίνησε η περιπέτεια» μου λέει ο Δημήτρης, σε συνέντευξη του στο «thebest.gr».
«Πήγα αρχικά στην Βόρεια Ελλάδα, εκεί όπου υπάρχει εμπειρία για το θέμα και μετά στην Ιταλία, η οποία θεωρείται αυθεντία στην συλλογή και καλλιέργεια τρούφας και στην οποία βέβαια υπάρχει γνώση και εξειδίκευση, κάτι που δεν συμβαίνει στην Ελλάδα όπου η ενασχόληση με την τρούφα βρίσκεται σε πολύ αρχικό στάδιο.
Όταν ξεκίνησα, αγοράζοντας τον πρώτο μου σκύλο, στην Ελλάδα ασχολούνταν περίπου 7 άτομα, μετά άρχισαν να αγοράζουν πολλοί σκυλιά για συλλογή τρούφας, και έφτασαν περίπου τα 300 σκυλιά στην χώρα, αλλά αφορούν κυρίως ερασιτέχνες.
Ο λόγος είναι ότι όσοι αποφασίζουν να μαζέψουν τρούφα, νομίζουν ότι πρόκειται για κάτι εύκολο με αποτέλεσμα όταν βλέπουν τα δύσκολα, όταν ανακαλύπτουν ότι απαιτείτε μεγάλη προσπάθεια, επιμονή και υπομονή, να εγκαταλείπουν και να καταλήγουν να το έχουν ως χόμπι».
Ο Δημήτρης Δημόπουλος αγόρασε το πρώτο του σκυλί πριν απο 6 χρονιά έναντι 5.000 ευρώ – «ήμουν τελείως αδαής τότε και τον χρυσοπλήρωσα» λέει – και τα τελευταία τρία χρονιά, η τρούφα έχει γίνει το κυρίως επάγγελμα του. Το δεύτερο σκυλί του το αγόρασε έναντι 2.000 ευρώ. Είχε μάθει τα κόλπα της αγοράς και ήξερε που και πως να ψάξει χωρίς να χαλάσει μια μικρή … περιουσία. «Άρχισα σιγά να κάνω δειλά βήμα στα στην Ελλάδα σε φάση εξερεύνησης.
Ο πρώτος μου σκύλος με έμαθε ουσιαστικά να κυνηγάω, παρακολουθώντας τον να ψάχνει και παράλληλα διαβάζοντας πολύ, άρχισα να καταλαβαίνω τι γίνεται» λέει ο Δημήτρης. Μαζί με την τρούφα ήρθε και η αποκέντρωση.
Πήρε την απόφαση να μετακομίσει μόνιμα στην Χαλανδρίτσα, τόπο καταγωγής της μητέρας του, να φτιάξει το πατρικό της σπίτι και να αρχίσει τα ταξίδια του στα βουνά, διατηρώντας παράλληλα και μια καλλιέργεια τρούφας σε ειδικό φυτώριο η οποία βρίσκεται στον έκτο χρόνο της και δεν έχει ακόμη αποδώσει καρπούς. «Σε ο,τι αφορά το ψάξιμο, πολλοί απογοητεύονται. Νομίζουν ότι με το που θα πάρουν έναν σκύλο θα βγουν βόλτα και θα βγάλουν τρούφα. Δεν είναι έτσι.
Εγώ πάντως υπήρξα τυχερός καθώς έβγαλα τρούφα στην πρώτη βόλτα που έκανα με τον σκύλο μου στην Αρκαδία. Για να βρεις τρούφα ξεκινάς και περπατάς παρατηρώντας το τοπίο. Υπάρχουν και γεωλογικοί χάρτες αναφορικά με τη σύσταση του χώματος, καθώς κάθε είδος τρούφας θέλει και διαφορετικό χώμα.
Προσέχεις τους συνδυασμούς των δέντρων και των φυτών, το κλίμα, αποκλείεις με βάση αυτά μερικά σημεία ή δείχνεις μεγαλύτερη επιμονή σε άλλα που φαίνεται ότι έχουν όλες τις προϋποθέσεις για να δώσουν τρούφα και συνεχίζεις.
Η τρούφα θέλει πολύ χρόνο και πολύ περπάτημα στα βουνά.
Πλέον κάνω συνεχώς ταξίδια, έκτος από την Ελλάδα και σε Βαλκάνια, Ιταλία», εξηγεί ο Δημήτρης, ο οποίος διαθέτει το προϊόν του στην Πάτρα, την Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη.
«Η σοδειά, έχει να κάνει με το κλίμα, την εποχή και τη χρονιά. Παίζει μεγάλο ρόλο πώς θα σε πάει ο καιρός. Σε αυτό το σημείο είμαστε όπως οι αγρότες. Η φρέσκια τρούφα δεν συντηρείται πάνω από 15 ημέρες μέσα σε ψυγείο.
Για το φρέσκο προϊόν έχω σταθερούς πελάτες εστιατόρια της περιοχής, σε εβδομαδιαία βάση. Όταν υπάρχει μεγάλη ποσότητα όπως π.χ. το καλοκαίρι, που μπορεί να βγάζεις και 3 και 5 κιλά την ημέρα, έρχεσαι σε συμφωνία με τους έμπορους οι οποίοι διαθέτουν σε ευρύτερη κλίμακα το προϊόν».
Η τρούφα, διατίθεται έναντι περίπου 350 ευρώ το κιλό, θεωρείται υπερτροφή και δεν μαγειρεύεται. Χρησιμοποιείται ως καρύκευμα σαν το μπαχάρι και οι τιμές της καθορίζονται κάθε Δευτέρα ανάλογα με τις συνθήκες και την επάρκεια της εκάστοτε εβδομάδας! Ο Δημήτρης δηλώνει ότι δεν αλλάζει με τίποτα αυτό που κάνει, αφού καταφέρνει να συνδυάζει το χόμπι του με την… ψυχοθεραπεία και ένα κάλο εισόδημα
Δεν έχει άλλωστε λόγο να αλλάξει επάγγελμα, όταν αναγνωρίζεται ως πρωτοπόρος σε μια αναπτυσσόμενη καλλιέργεια στη χώρα μας. Από τις πολλές εποικοδομητικές επαφές που έχει κάνει ήταν και αυτή με έναν Ιταλό καθηγητή γεωπονίας, ο οποίος υποστηρίζει ότι η τρούφα ξεκίνησε από την Ελλάδα και μετά πήγε στην Μεσόγειο.
Όπως επίσης και ότι στη χώρα μας έχουν γίνει 3 με 4 παγκόσμιες καταγραφές νέων ειδών τρούφας!