in

Γιάννης Παπαδόσηφος: Ο κρητικός πατέρας που σκότωσε μέσα στο δικαστήριο το φονιά του γιού του

«Ξαλάφρωσα, αγαλλίασε η ψυχή μου». Αυτά ήταν τα λόγια του Γιάννη Παπαδόσηφου, μόλις σκότωσε τον φονιά του γιου του.

Ξαλάφρωσα, αγαλλίασε η ψυχή μου». Αυτά ήταν τα λόγια του Γιάννη Παπαδόσηφου, μόλις σκότωσε τον φονιά του γιου του.

Μέσα στο δικαστήριο απέδωσε αυτός τη δικαιοσύνη, όπως την έμαθε στον τόπο του. Μετά από λίγο τον πλησίασε ένας πατέρας, που του είχαν δολοφονήσει το γιο του και του είπε: «Εσύ ξαλάφρωσες»….
Aυτό έγινε 32 χρόνια πριν, για την ακρίβεια, στις 20 Δεκεμβρίου του 1988, οπότε και διεξήχθη η δίκη για τη δολοφονία του γιου του Γιάννη Παπαδόσηφου στην αίθουσα του Εφετείου Πειραιώς.

Περισσότερα από πέντε χρόνια μετά το στυγνό έγκλημα, ο Γιάννης Βενιεράκης θα καθόταν ξανά στο εδώλιο του κατηγορουμένου, ελπίζοντας μετά την έφεση κατά της πρωτόδικης απόφασης στη μείωση της ποινής του και κατ’ επέκταση στην αποφυλάκιση του… Όμως εκεί εκτυλίχθηκε ένα ακόμη δράμα. Ο Γιάννης Παπαδόσηφος πλησιάζει από πίσω το δολοφόνο του παιδιού του και τον πυροβολεί σχεδόν εξ’ επαφής με έξι σφαίρες. Ήταν μια από τις πλέον συγκλονιστικές και γνωστές βεντέτες στη Κρήτη αφού το ένα φονικό οδήγησε σε δεύτερο, βάφοντας τα χέρια του Γιάννη Παπαδόσηφου με αίμα…

Ο Γιάννης Παπαδόσηφος

Η αρχή του κακού
Η βεντέτα αυτή διαδραματίστηκε τη δεκαετία του ’80, τόσο στο Ρέθυμνο της Κρήτης, όσο και στον Πειραιά. Ήταν 7 Αυγούστου 1983 όταν ο 27χρονος Μανόλης Παπαδόσηφος τσακώνεται τηλεφωνικώς με τον Γιάννη Βενιαράκη για τα μάτια μιας γυναίκας. Ο τελευταίος φέρεται να είπε στον Παπαδόσηφο «όταν σε ξαναδώ, θα σε πλακώσω στο ξύλο» και τότε εκείνος του απάντησε «έρχομαι τώρα αμέσως, εκεί που είσαι». Κι έτσι άρχισαν όλα. Ανεβαίνει στο μηχανάκι του και όντως πηγαίνει να βρει τον Βενιαράκη στην καφετέρια όπου σύχναζε. Ο Βενιαράκης τον βλέπει από μακριά και οπισθοχωρώντας, μπήκε μέσα στην καφετέρια. Στη συνέχεια, ανέβηκε τη σκάλα, που οδηγούσε στο πατάρι. Στο τελευταίο σκαλοπάτι σταμάτησε και γύρισε να ελέγξει αν ο Παπαδόσηφος τον ακολουθεί. Κι εκείνος όντως τον είχε ακολουθήσει! Τότε ο Βενιαράκης τραβάει το όπλο του και πυροβολεί τον Μανόλη Παπαδόσηφο στο στήθος τέσσερις φορές. Ο 27χρονος πέφτει νεκρός..

Ο Γιάννης Βενιαράκης

Ο φονιάς συλλαμβάνεται και οδηγείται ενώπιον της δικαιοσύνης. Το Πρωτοδικείο έγινε στο Ηράκλειο, όπου καταδικάστηκε σε ισόβια. Μετά από πέντε χρόνια ασκεί έφεση. Η νέα δίκη ορίζεται να γίνει στο Εφετείο του Πειραιά. Ο λόγος; Υπήρχε μεγάλος κίνδυνος να δημιουργηθούν επεισόδια μεταξύ οικογενειών του δράστη και του θύματος. Πού να ήξεραν ότι τα χειρότερα δε θα μπορούσαν να αποφευχθούν..
Η αιματοκυλισμένη δίκη Η δίκη του Βενιαράκη ξεκινάει τον Δεκέμβριο του 1988. Παρών στη δίκη είναι και ο Γιάννης Παπαδόσηφος, ο πατέρας του θύματος.
Στις 20 Δεκεμβρίου και ενώ η δίκη βρίσκεται σε εξέλιξη συμβαίνει το απίστευτο. Ο Γιάννης Παπαδόσηφος, πλησιάζει από πίσω το δολοφόνο του παιδιού του και τον πυροβολεί σχεδόν εξ’ επαφής με έξι σφαίρες! Σύμφωνα με αυτόπτες μάρτυρες, πριν σκοτώσει τον Βενιεράκη, φώναξε προς τους δικαστές: “Σεις μωρέ δεν είστε άξιοι να κρίνετε τον φονιά“. Ο Βενιαράκης πέφτει νεκρός μπροστά στα έκπληκτα μάτια των δικαστών και των αστυνομικών. Τα τελευταία του λόγια, απευθυνόμενος στον Παπαδόσηφο ήταν: “Έφαες με μπλιό!“. Στη συνέχεια ο Παπαδόσηφος, με απόλυτη ηρεμία, σκύβει, αφήνει το όπλο του στο έδαφος και απευθύνεται στους αστυνομικούς λέγοντας τους «Εγώ έκανα αυτό που έπρεπε. Δίκασα τον φονιά του παιδιού μου. Λευτερώθηκα. Κάντε και εσείς αυτό που πρέπει τώρα». Μέσα στο δικαστήριο υπήρχαν μόνο δυο αστυνομικοί, οι οποίοι συλλαμβάνουν τον Γιάννη Παπαδόσηφο. Εκείνος δεν προβάλει καμιά αντίσταση. Πήρε το αίμα του πίσω. Η βεντέτα ολοκληρώθηκε. Πλήρωσε με αίμα το δολοφόνο του παιδιού του..

Το φονικό όπλο, που χρησιμοποίησε ο Γιάννης Παπαδόσηφος

Πρωτοσέλιδα της εποχής

“Αρκεί που τον σκότωσα.”

Σε συνέντευξή του χρόνια μετά το φονικό είχε πει: ”Και ισόβια να με είχαν πάει και να με είχαν εκτελέσει, εμένα δε με ενδιέφερε. Αρκεί που τον σκότωσα.”
Ο «μύθος» για το όπλο Το φονικό όπλο, με το οποίο ο Παπαδόσηφος εκτέλεσε τον Βενιεράκη ήταν ένα γερμανικό λούγκερ. Σύμφωνα με τα όσα είχε ο ίδιος αποκαλύψει αργότερα, το είχε πάρει μαζί με τον πατέρα του από έναν στρατιώτη της Βέρμαχτ κατά τη διάρκεια της Μάχης της Κρήτης. Την ημέρα του φονικού, είχε αφήσει το όπλο οπλισμένο και απασφαλισμένο στο ντουλαπάκι του αυτοκινήτου ενός φίλου του, έξω από τα Δικαστήρια. Πολλοί ήταν εκείνοι που διερωτήθηκαν πως κατάφερε να το περάσει μέσα στα δικαστήρια, αφού γίνονται έλεγχοι από αστυνομικούς. Σύμφωνα με τα όσα είπε ο Γιάννης Παπαδόσηφος, την πρώτη φορά που μπήκε στο Εφετείο, δεν το κουβαλούσε μαζί του, οπότε πέρασε κανονικά από τον έλεγχο των αστυνομικών. Στη συνέχεια, μπήκε και βγήκε από το Εφετείο άλλες δύο φορές. Την τελευταία φορά, οι άνδρες αστυνομικοί δεν του έκαναν έλεγχο, γεγονός το οποίο ο Παπαδόσηφος συγκράτησε στο μυαλό του. Έτσι, βγήκε άλλη μια φορά έξω, πήγε στο αυτοκίνητο του φίλου του, πήρε το όπλο και ξαναμπήκε στην αίθουσα του δικαστηρίου. Σύμφωνα με «μύθο» που δημιουργήθηκε εκ των υστέρων, ο Παπαδόσηφος είχε κρύψει το όπλο μέσα στη μεγάλη του γενειάδα, την οποία είχε αφήσει ως ένδειξη αιώνιου πένθους για το χαμό του γιου του. Κάποιοι είπαν ότι το είχε προσχεδιάσει, γνωρίζοντας πως ακόμα και αν τον έψαχναν οι αστυνομικοί εξονυχιστικά, από σεβασμό δε θα τον έψαχναν στη γενειάδα. Ο Παπαδόσηφος δεν αποκάλυψε ποτέ που είχε κρύψει το όπλο, οπότε το μυστήριο παραμένει άλυτο. Το μόνο που είχε δηλώσει σχετικώς είναι: «το είχα πάνω μου. Δεν με ψάξανε».

Όσον αφορά το γεγονός ότι κατά τη διάρκεια του φόνου, εντός του δικαστηρίου υπήρχαν μόνο δύο αστυνομικοί, ο τότε αστυνομικός διοικητής Πειραιά, ταξίαρχος κ.Φώτης Τσιούνης είχε δηλώσει πως η Αστυνομία δεν είχε καμία ενημέρωση ότι γινόταν η δίκη του ισοβίτη Βενιαράκη στο δικαστικό μέγαρο του Πειραιά. Εάν είχαν ειδοποιηθεί, οι δυνάμεις της Αστυνομίας θα ήταν περισσότερες.
Η καταδίκη και η ζωή μετά τη φυλακή. Ο Γιάννης Παπαδόσηγος καταδικάστηκε στο Πρωτοδικείο σε 14 χρόνια φυλάκισης για φόνο εκ προμελέτης. Από τα 14 χρόνια, τελικά εξέτισε τα 5, μετά από απόφαση του Εφετείου. Μεγάλο μέρος της κοινής γνώμης επικρότησε την πράξη του, μιας και θεώρησε σωστό να πάρει εκδίκηση για το θάνατο του παιδιού του.

Μετά την αποφυλάκισή του επέστρεψε στην πατρίδα του στο Ρέθυμνο, όπου και έζησε ειρηνικά μέχρι το τέλος της ζωής του. Πέθανε στις 2 Μάη του 2012 σε ηλικία 87 ετών. Λίγα χρόνια πριν πεθάνει, σε ηλικία 81 ετών είχε δώσει συνέντευξη, κατά την οποία τον είχαν ρωτήσει, μεταξύ των άλλων, τί θυμάται πιο πολύ από όλα κι εκείνος είχε απαντήσει: «Θυμούμαι πως σκότωσε τον γιο μου αυτός ο άτιμος. Το κοπέλι μου σκότωσε.», ενώ σε άλλη ερώτηση που του είχαν θέσει, αν ο Βενιαράκης του ζητούσε συγνώμη, αν θα τον συγχωρούσε, είχε πει: «Τι λες τώρα; ”Συγγνώμη γιατί σου σκότωσα τον γιο σου”; Πού γίνεται αυτό το πράγμα. Να σου λέει κάποιος ”συγγνώμη, σκότωσα τον γιο σου”. Και δεν ήτανε κατά λάθος! Επίτηδες ήτανε. Μόνο το αίμα τα ξεκαθαρίζει αυτά τα πράγματα.» Ποτέ του δε μετάνιωσε ή ζήτησε συγγνώμη. Σε συνέντευξή του σε τηλεοπτική εκπομπή, περίπου 20 χρόνια μετά το φονικό, είχε πει: «Και τώρα να ξαναζωντάνευε, πάλι θα τον σκότωνα. Η πληγή μου είναι ακόμα ανοιχτή».

Με πληροφορίες από: tanea.gr, newsbeast.gr, “Λόγω τιμής – Ιστορίες κρητικής βεντέτας” του Δημήτρη Ξυριτάκη (εκδόσεις “Μελάνι”, 2011)
Βίντεο: Τηλεοπτική εκπομπή ”Η Μηχανή του Χρόνου”

Ξοδεύει ΜΟΝΟ 2,75 ευρώ τον Χρόνο σε Φαγητό αλλά τρώει σαν Βασιλιάς. Το Μυστικό του; Δεν πάει το Μυαλό σας!

19χρovη Eβλεπε Στο Facebook 1 Videο Από Μια Ληστεiα: Ξαφvικά Παρατηpεί «ΚATI» Που Tης Eπεσε Tο Κιvητό Aπό Tα χέρια